ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΓΛΩΣΣΑ
Δύο ήταν τα εμφανέστατα χαρακτηριστικά που οι Πυργούσοι και οι Πυργούσαινες είχαν πάντα μαζί τους, όπου πήγαιναν, όπου βρίσκονταν, όπου τους πήγαιναν οι ανάγκες οι βιοτικές και η σκληρή μοίρα, η ασυγκίνητη, η αδυσώπητη. Το ένα ήταν η φορεσιά τους (περισσότερες λεπτομέρειες για την φορεσιά στο μενού ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ στο υπομενού Η ΦΟΡΕΣΙΑ). Το άλλο εμφανέστατο χαρακτηριστικό που ο Πυργούσης κουβαλούσε και το κουβαλάει ευτυχώς αρκετά ακόμη μαζί του ήταν (και είναι) η ομιλία του, η γλώσσα, η Πυργούσικη διάλεκτος.

- ΚΑΠΟΙΑ ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ της διαλέκτου αυτής θα παρουσιάσω παρακάτω. Προηγουμένως όμως θέλω και θα μου επιτραπεί να αναφέρω τούτο:
Το πρώτο από τα χαρακτηριστικά αυτά, η φορεσιά, γινόταν αντιληπτό οπτικά, άρα από μακριά, και συγκέντρωνε, εκτός Πυργίου, αρκετούς περίεργους, κυρίως παιδιά, που κοροϊδευαν και ενοχλούσαν με την αδιάκριτη περιέργειά τους ή και με λόγια. Το δεύτερο ήταν ακουστικό. Η Πυργούσικη διάλεκτος, έντονη και βαριά, ακουόταν με περιέργεια και προκαλούσε πειράγματα.

Εχω προσωπική - από την παιδική μου ηλικία -πικρή εμπειρία του πράγματος. Και - παρά τις δεκαετίες που πέρασαν - θυμάμαι τα πειράγματα χωρίς ευτυχώς καμμιάν πικρία, χωρίς κανένα παράπονο.
Σήμερα βέβαια εκείνη η διάλεκτος έχει αλλοιωθεί αρκετά και καθημερινώς αλλοιώνεται, νοθεύεται.
Εχει ήδη απολέσει πλείστες λέξεις και έχει προσλάβει νέες, μοντέρνες, γιατί και στη γλώσσα υπάρχει δυστυχώς σήμερα μοντερνισμός και μάλιστα νοσηρός μοντερνισμός.
Παρά ταύτα ο Πυργούσης και η Πυργούσαινα, που δε διακρίνονται πια από τη φορεσιά τους, ξεχωρίζουν μόλις αρχίσουν να ομιλούν, όχι μόνο και όχι τόσο από τις λέξεις, αλλά κυρίως από την προφορά που είναι πολύ έντονη και χαρακτηριστική και φαίνεται ότι θα αντέξει αρκετά ακόμη, ότι με δυσκολία μπορεί να αλλάξει.
Ενεκα της προφοράς άλλοι μας θεωρούν Κρητικούς μόλις μας ακούσουν να μιλάμε, και άλλοι, οι περισσότεροι, μας θεωρούν Κυπρίους. Και δεν έχουν άδικο κυρίως οι δεύτεροι.
Να αποτολμήσω λοιπόν να εκφράσω τη γνώμη, να διατυπώσω την απλήν υπόθεση ότι κάποτε, στο βάθος των αιώνων, κάποιοι πρόγονοί μας ξεκίνησαν από το θαυμαστό και πολύπαθο νησί της Αφροδίτης και έφθασαν και εγκαταστάθηκαν στο Πυργί; Δε θα το αποτολμήσω.
Γιατί δεν υπάρχουν επιστημονικά επιχειρήματα. Η ιστορική επιστήμη δε διαθέτει κανένα σχετικό στοιχείο και θεωρώ ότι ενήργησαν άστοχα κάποιοι και μάλιστα όχι τυχαίοι αλλά εκλεκτοί, που διατύπωσαν τολμηρές, παράξενες και μάλλον αυθαίρετες γνώμες για την καταγωγή των Πυργούσων. Η γλώσσα, μάρτυρας αδιάψευστος, αμερόληπτος, απροκατάληπτος και πειστικός όσο και τα αρχαιολογικά ευρήματα, καταθέτει με καταπλήσσουσαν πειστικότητα και βεβαιώνει τον απροκατάληπτο μελετητή της ότι γενάρχης των Πυργούσων ήταν μία ομάδα Ελλήνων που κάποτε - ποιος ξέρει πότε και για ποιους λόγους - έφθασαν στην περί το κατοπινό Πυργί περιοχή, εγκατασταθήκανε σε διάφορα σημεία, ίδρυσαν οικισμούς και τελικά απαρτίσανε το Πυργί.
Οι απόγονοί τους, συντηρητικοί και σε μεγάλο βαθμό κλειστοί - το γνωστό απόφθεγμα παπούτσιν απ' τον τόπο σου... είχε μέχρι προ ολίγων δεκαετιών ισχύ θρησκευτικής εντολής, που η παράβασή της επέσυρε δεινήν κοινωνική τιμωρία έμειναν πάντοτε ανόθευτοι Ελληνες. Εκτεταμένη εργασία μου για την Πυργούσικη ντοπιολαλιά παραμένει ανέκδοτη (Η εργασία αυτή εκδόθηκε το 2002 με τίτλο "Γλωσσικά από το Πυργί της Χίου" και διατίθεται από τον σύλλογο Πυργούσων Αττικής). Αν μπορούσε να τη μελετήσει οποιοσδήποτε επιστήμονας, ιστορικός ή γλωσσολόγος, λαογράφος ή εθνολόγος, αρχαιολόγος ή φιλόλογος, θα πειθόταν - αφού είναι βέβαιο ότι η γλώσσα καλώς εξεταζομένη διδάσκει αληθινήν ιστορία - ότι είναι αν όχι η πιο γνήσια, ασφαλώς μια από τις πιο γνήσιες και ίσως από τις πιο ανόθευτες νεοελληνικές διαλέκτους, που διασώζει και χρησιμοποιεί πλείστες λέξεις αρχαlοελληνικές, που μερικές φορές είναι παλαιότερες των κλασικών χρόνων και φτάνουν ως τον "θείον ποιητήν", τον 'Ομηρο. Θα διαπίστωνε ακόμη ότι μέσα στη διάλεκτο αυτή είναι έντονη η παρουσία του Βυζαντίου.
Δυστυχώς δεν είναι ούτε δυνατό ούτε επιτρεπτό να παρουσιάσω εδώ την εργασία εκείνη. Θα αρκεσθώ να παρουσιάσω τα γενικά χαρακτηριστικά - κάποια γενικά χαρακτηριστικά - της Πυργούσικης διαλέκτου:

1. Η βαριά και έντονη προφορά και η πυκνή χρήση κάποιων παχιών και βαριών φθόγγων σαν αυτούς που υπάρχουν στις λέξεις: Είντα, γιάντα, πουτζί(ν), ρατσί(ν), τσεράι(ν), μαειρεύγκω, φροκαλώ, βωλοσηκώνω, τσαλαβουτώ, τσεντητήρl(ν), καυτσί(ν), καυτσησά, τ(σ)ατσίζω, ατζόν κ.ά.

2. Ο τσιτακισμός, δηλ. η τροπή του φθόγγου κ σε τσ πριν από το e και το ί: τσαιρός, κότσινος, τσέφιν, ετσείνος, Τσυριατσή, διτσερώνιν κ.ά.

3. Η υπερβολική χρήση του τελικού ν ως ευφωνικού. Αντάν ήταν (δ)εν εφέλαν, το παιδίν, το παιδάιν, το βασκόμηλον, το καλύβιν, το αρνίν, το βωλοκόπημαν κλπ.

4. Η σχολαστική αποφυγή της χασμωδίας, που επιτυγχάνεται όχι μόνο με την υπερβολική χρήση του ν ως ευφωνικού, αλλά και με τις συχνές εκθλίψεις και αφαιρέσεις: Είντα 'ν' εδώ! - Απ' εδώ τσ' απ' ετσεί. 'Εν έχω τσέφιν - Εσέν εγύρευγκα.

5. Το παχύ σ που προφέρεται σαν διπλό σ ή όπως το Γαλλικό ch και προέρχεται από τις συλλαβές σχι, σχε, σκι, σκε: σίνος, σοινί(ν), βοσά (= φασκιά), οσά (= σκιά) σεπαστό(ν), σεπός (μέρος υπήνεμο) κ.ά.

6. Η πλήρης και σωστή προφορά των αλλεπάλληλων ομοίων συμφώνων: . Άλλος, όλος, θα βάλλω - θα βάλω, ήβγαλλα (= έβγαζα) - ήβγαλα (= έβγαλα), γράμμα, η μαμά - το μαμμά(ν) (παιδική λέξη) κ.ά.

7. Τα θηλυκά των ουσιαστικών σε -της λήγουν σε -τρια και όχι σε -τρα: πλύστρια, τσεντήτρια, ράφτρια. Πρβλ. μαθήτρια, καθηγήτρια.

8. Οι καταλήξεις -σσω και -λλω των ρημάτων διατηρούνται: τινάσσω, χαράσσω, λιμάσσω, λαφάσσω, διατάσσω, πήσσω (όχι τινάζω, χαράζω...πήζω), στέλλω, βάλλω, ψάλλω, σφαλώ (όχι στέλνω, βάζω, ψέλνω, σφαλνώ).

9. Η διατήρηση του ε των προθέσεων εν και εκ όταν είναι πρώτο συνθετικό: εμπαίνω, εβγαίνω, εβγάλλω, εμπλάστριν, (ε)μπαλώνω κ.λ.π.

10. Η πυκνή διατήρηση της αύξησης των ρημάτων, που, όταν τονίζεται, γίνεται η: ήκουσα, εκούσα(μ)ε, ήγραψα-εγράψα(μ)ε, ήτρεχα-έτρεχα(μ)εν, ήλεα-ελέα(μ)εν.

11. Η αντίθετη προς την κοινή νεοελληνική γλώσσα τοποθέτηση του αντικειμένου όταν είναι αντωνυμία: Είπα μου το (= μου το είπαν) - . Ηκουές το; θέλω τον - . Ηφυέ σας - Εξέχαές με - Εγέλασέ σε. Η αντωνυμία τίθεται μπροστά από το ρήμα: α) Για έμφαση: Εσόν το λέω - Εμέν επρόσβαλες. β) . Οταν υπάρχει άρνηση: . Ε μου το φέρνεις; - Μην του το δώ(τσ)εις.

12. Η ανδρωνυμική κατάληξη και γενικότερα τα ανδρωνυμικά ουσιαστικά (Κώσταινα, Γιώργαινα, κλπ.) δεν υπάρχουν. Οι γυναίκες, όταν παντρεύονται, διατηρούν το οικογενειακό τους επίθετο, που εκφέρεται με έναρθρη γενική (Η Καλή του Πρώη - Η Ερήνη του Κοδρά) ή με το οικογενειακό του επίθετο, αφού του δώσουν την κατάληξη -αινα (Πρώαινα, Τσιτσήαινα, Καμπάαινα) όπως και προ του γάμου.

13. Τα ρήματα πλύνω και σύρνω δε γίνονται ποτέ πλένω και σέρνω.

14. Στην (υποκοριστική) συλλαβή -ακι(ν) το κ μεταξύ δύο φωνηέντων αποβάλλεται παιδάιν, πηαδάιν, μουλαράιν, λιάιν (=πολύ λίγο), σπιτάιν, κλπ.

15. Το συμφωνικό σύμπλεγμα: ρς γίνεται ρτσ: πέρσι> επέρτσι, αρσενικός > αρτσινικός,
λς γίνεται ρτσ: βάλσαμον > βάρτσαμον,
ρχ, λκ γίνονται ρκ : δασάρκης, έρκομαι, έρκος (= έλκος),
λθ και ορθ. γίνεται ρτ : όρθιος> όρτιος, ήλθα> ήρτα,
σθ γίνεται στ: αιστάνομαι, αστένεια,
νδρ γίνεται ντρ : δέντρον, άντρας,
σχ γίνεται σκ: σκόλη, σκολειό, αίσκος (= αίσχος)
φχ γίνεται φτ: εύκομαι, ευκάριστος.
λμ γίνεται ρμ : άρμη, αρμυρός.
λφ γίνεται ρφ :αξάερφος, αερφή.
ρδ γίνεται δρ : κόδρα, σούδριση, σκόδρο(ν),
χν γίνεται χτ: στη λήγουσα των ρημάτων: διώχτω, δείχτω κλπ.

16. Οι συλλαβές γγι, γκι, γγε, γκε τρέπονται σε τζι, τζε, ετζίζω, ατζύθαρος, άντζελος (αλλά άγκυρα).

17. Το ι στις συλλαβές βια, βιε, βιο - δια, διε, διο - ρια, ριε, ριο προφέρεται ως j δjάλειμμα {Διαβάζεται δγιάλειμμα (ή δγκιάλειμμα)}, Kαμπαναρjόν, παιδjά, xωρjάτης, ρjάτσιν (= ρυάκι), δjαφορά, βjαστικός.

18. Οι προθέσεις ανά, δια και από γίνονται συνήθως κατά τη σύνθεση ανε-, διε-, απε-, όταν το β' συνθετικό αρχίζει από σύμφωνο: απεκούω (= απαντώ όταν με φωνάζουν), ανεκατώνω, ανεκούρκουδα, απεκόβγκω, δjεβάζω.

19. Οι προθέσεις ανά και κατά γίνονται ανι- και κατι- στις εξής περιπτώσεις: ανιβαίνω, κατιβαίνω, ανιβάτης, ανιβατός, κατιφέρνω (όχι όμως και ανιμένω, όπως συμβαίνει π.χ. στην Κρήτη από επίδραση του περιμένω)

20. Η κατάληξη -κια των θηλυκών και των ουδετέρων γίνεται -τσα : παιδάτσα-παιδατσών, σπιτάτσα-σπιτατσών, μυρμηγκιά-μερμητσά, μπουκιά-βουτσά, συκιά-συτσά, βαμβάκια-παμπάτσα.

21. Μερικά επιρρήματα, χρονικά κυρίως, λήγουν σε -ι αντί σε -α: σήμερι, τίποτι, καθημέρι, αποσπερί, αποτώρι (= πριν από λίγο), γλήορι. Πρβλ. πέρ(υ)σι, πρόπερσι κ.ά.

22. Η ουσιαστική κατάληξη -τζης γίνεται -(ης: καφεζής, καλαϊζής, φαναρεζής, Φραζής, ασπριζής.

23. Σε κάποιες περιπτώσεις, που δεν μπορούν να υπαχθούν σε κανόνα, το γ γίνεται β: εβώ, τραβούδι(ν), τραβουδώ, τράβος.

24. Η επιθετική κατάληξη -ένιος, -ένια, -ένιο γίνεται -ένος, -ένη, -ένα: ασημένος, η, ο, ζαχαρένος, -η, -ο, σιερένος, η, ο. Σπανίως στο θηλυκό παραμένει και ένια π.χ. ζαχαρένια.

25. Οι καταλήξεις -αβω, -αύω, -έβω και -εύω των ρημάτων γίνονται: -άβγ(κ)ω, αύγ(κ)ω, - έβγ(κ)ω, - εύγ(κ)ω : ράπτω > ράβω > ράβγ(κ)ω, παύω> παύγ(κ)ω, καίω> καύγω > καύγκω, κλέπτω > κλέβω > κλέβ(κ)ω, μαειρεύγ(κ)ω, μαστορεύγ(κ)ω κ.λ.π. Όταν μετά από τα σύμφωνα τ, φ, θ, π ακολουθούν τα φωνήεντα -ιος, -ια, αναπτύσσεται ο φθόγγος κ : θκειός (<θείος), θκειά, πυθκιά, σπαθκιά, ψευκιά, συντροφκιά, φανάρι(ν), νοθκιάς, κάπκοιος, όπκοιος (> και όγοιος).

27. Το γ μεταξύ δύο φωνηέντων αποβάλλεται: μαειρεύγκω, αελάδα, μαεζί, λίος, λόος, ήφαα, καλόερος, πηάδιν, αλλά αγάπη, αγοράζω, ακαταγύρευτος κ.ά.

28. Το δ μεταξύ δύο φωνηέντων αποβάλλεται: δίω, (δίδω, δίνω), σίερον, αντίωρον, ήωκα (= έδωσα < ήδωκα < Αρχ. έδωκα), αερφός, αλλά έδαφος, αμάδα, ερούδι (= ρόδι) κ.ά.

29. Το μ των ρηματικών καταλήξεων -ομε και -ομαι, -ούμε και -ούμεστε, αποβάλλεται συχνά: έρχο(μ)αι, να πούε, να δούε, εθυμούεστε, είπα(μ)ε κλπ.

30. Ο χρονικός χαρακτήρας σ στο β' ενικό πρόσωπο του Μέλλοντα και στο β' ενικό πρόσωπο του Αορίστου ενίοτε αποσιωπάται: θα τιμήεις, ετίμηές με, θα αγοράεις, ήπιαές τον, εγέραες κλπ.

31. Το β και το δ αρκετές φορές αποβάλλονται μεταξύ δύο φωνηέντων: κάουρας, Φλεάρης, σαούρα, φόος, καϊζω, κάισμαν (αλλά κύβος, πάθημα, μάθημα κλπ.)

32. Ο τύπος σε -ουσα και σε -αγα του Παρατατικού των οξυτόνων ρημάτων είναι άγνωστος: εγάπουν, όχι αγαπούσα ή αγάπαγα - επείνουν, όχι επεινούσα ή επείναγα, ετίμουν, εγέλουν κλπ.

Περισσότερα δεν νομίζω ότι πρέπει να διαλάβω εδώ. Θα αναφέρω μόνο ότι, όπως είναι γνωστό, η γλώσσα είναι πάντοτε κάτι το κινούμενο, το μεταβαλλόμενο, το εξελισσόμενο. Ηταν και είναι σαν ζωντανός οργανισμός. Τούτο σημαίνει ότι κάποτε, όχι βέβαια μέσα σε λίγα χρόνια, πεθαίνει. Γι' αυτό έχομε και γλώσσες νεκρές. Οι ζωντανές γλώσσες αλλάζουν, μεταβάλλονται. Δημιουργούν ή δανείζονται νέες λέξεις, εγκαταλείπουν κάποιες παλαιότερες, αλλάζουν γραμματικούς τύπους (η πόλις - η πόλη, ο κώδων - το κουδούνι, ο Γεώργιος - ο Γιώργος, ο Νικόλαος -ο Νίκος κ.α.) μεταβάλουν την σύνταξη.
© 2005 ΤΟ ΠΥΡΓΙ ΤΗΣ ΧΙΟΥ Created by: George Toumpos and Giannis Kampas     web master: K.Theotokas